Οι εν λόγω συστάσεις αναπτύχθηκαν από μια ομάδα εμπειρογνωμόνων για λογαριασμό του Διεθνούς Δικτύου Ηπατίτιδας σχετικά με την Κατάχρηση Ουσιών και καλύπτουν θέματα όπως η φυσική ιστορία της ηπατίτιδας C, οι μη επεμβατικές μέθοδοι αξιολόγησης, οι ενδείξεις της θεραπείας της ηπατίτιδας C, οι θεραπευτικές στρατηγικές, η τήρηση της θεραπείας και η ψυχική υγεία, η αντιμετώπιση της συλλοίμωξης με τον ιό HIV ή/και τον ιό της ηπατίτιδας Β (HBV) και η μεταμόσχευση ήπατος.
Οι συντάκτες πιστεύουν ότι οι κατευθυντήριες γραμμές «καταδεικνύουν ότι η θεραπεία στους ΧΕΝ [χρήστες ενέσιμων ναρκωτικών] είναι εφικτή», και επίσης παρέχουν «ένα πλαίσιο για την αξιολόγηση, την αντιμετώπιση και τη θεραπεία της ηπατίτιδας C.»
Στον ανεπτυγμένο κόσμο, το 50 έως και το 80% των ατόμων που κάνουν χρήση ενέσιμων ναρκωτικών – τόσο των ενεργών χρηστών όσο και των πρώην χρηστών-έχουν προσβληθεί από ηπατίτιδα C. Η ηπατική νόσος αποτελεί ολοένα και πιο σημαντική αιτία σοβαρής ασθένειας και του θανάτου σε αυτόν τον πληθυσμό.
Μέχρι πρόσφατα, οι κατευθυντήριες γραμμές εξαιρούσαν τους χρήστες ενέσιμων ναρκωτικών από τη θεραπεία της ηπατίτιδας C. Αυτό οφειλόταν σε ανησυχίες σχετικά με την προσήλωση στη θεραπεία, τις παρενέργειες και την εκ νέου προσβολή από την ηπατίτιδα. Ωστόσο, έχουν παρατηρηθεί επιτυχή αποτελέσματα μεταξύ των ενεργών και των πρώην χρηστών ναρκωτικών. Συνεπώς, οι κατευθυντήριες γραμμές πλέον συνιστούν ότι η θεραπεία αυτού του πληθυσμού θα πρέπει να εξετάζεται κατά περίπτωση.
Παρ ‘όλα αυτά, ελάχιστοι ενεργοί ή πρώην χρήστες ενέσιμων ναρκωτικών έχουν λάβει μέχρι στιγμής θεραπεία. Μια διεθνής ομάδα εμπειρογνωμόνων ανέπτυξε τις παρούσες συστάσεις για τη βελτίωση της αξιολόγησης, της αντιμετώπισης και της θεραπείας στα άτομα που κάνουν ενέσιμη χρήση ναρκωτικών.
Οι συστάσεις βαθμολογήθηκαν σύμφωνα με τη δυναμική που αντικατοπτρίζει η ποιότητα των υποστηρικτικών επιστημονικών ενδείξεων. Η ποιότητα των ενδείξεων της έρευνας χαρακτηρίστηκε ως Α (υψηλή), Β (μέτρια) ή Γ (χαμηλή). Η βαθμολογία της σύστασης ήταν είτε 1 (ισχυρή) ή 2 (ασθενής).
Επιδημιολογία και πρόληψη
Ο επιπολασμός της ηπατίτιδας C μεταξύ των ασθενών με ιστορικό μακροχρόνιας ενέσιμης χρήσης ναρκωτικών είναι μεταξύ 65 και 80%. Η συχνότητα εμφάνισης νέων λοιμώξεων είναι υψηλή μεταξύ 2 και 45% κάθε χρόνο. Τα προγράμματα μείωσης της βλάβης όπως η υποκατάσταση οπιοειδών και η ανταλλαγή βελονών μπορούν να μειώσουν τις επιπτώσεις, ενώ οι μελέτες μοντελοποίησης καταδεικνύουν ότι η αύξηση των ποσοστών της θεραπείας της ηπατίτιδας C θα μπορούσε επίσης να περιορίσει την επιδημία.
Η ομάδα εμπειρογνωμόνων συνιστά τυπικές και εθελοντικές εξετάσεις RNA και αντισωμάτων έναντι της ηπατίτιδας C σε όλους του χρήστες ενέσιμων ναρκωτικών κάθε έξι έως δώδεκα μήνες (δυναμική σύστασης: B1). Τα προγράμματα μείωσης της βλάβης θα πρέπει να περιλαμβάνουν την πρόσβαση σε αποστειρωμένα σύνεργα ενέσιμης χρήσης και τη θεραπεία υποκατάστασης οπιοειδών (δυναμική σύστασης: B1).
Φυσική ιστορία της επίδρασης των ναρκωτικών στο ήπαρ
Η χρόνια λοίμωξη αναπτύσσεται στο 75% των ατόμων και υπάρχει κίνδυνος ανάπτυξης κίρρωσης του ήπατος της τάξεως του 10 έως 20% εντός των 20 έως 30 ετών της λοίμωξης. Οι παράγοντες που συνδέονται με την ταχεία εξέλιξη της νόσου είναι η εντατική κατανάλωση αλκοόλ με συνυπάρχουσα λοίμωξη του ιού HIV, η μεγάλη ηλικία, η παχυσαρκία και η αντίσταση στην ινσουλίνη.
Η ηρωίνη και η μεθαδόνη δεν είναι τοξικές για το ήπαρ. Η εντατική κατανάλωση αλκοόλ αυξάνει τον κίνδυνο κίρρωσης και το κάπνισμα κάνναβης έχει αποδειχθεί ότι επιταχύνει το ρυθμό της ίνωσης του ήπατος. Η κατανάλωση καφέ είναι ωφέλιμη για την ηπατική λειτουργία.
Η ομάδα εμπειρογνωμόνων προέβη στις ακόλουθες συστάσεις:
1. Θα πρέπει να συνιστάται στους ασθενείς να μετριάζουν την κατανάλωση αλκοόλ ή να απέχουν από αυτό, εάν υπάρχει ένδειξη προχωρημένης ηπατικής νόσου (δυναμική σύστασης: A1)
2. Οι ασθενείς θα πρέπει να παροτρύνονται να μετριάζουν τη χρήση κάνναβης ή να απέχουν από αυτή εάν πάσχουν από σοβαρή ηπατική νόσο (δυναμική σύστασης: B1
3. Η παύση χρησιμοποίησης συνέργων ενέσιμης χρήσης δεν είναι υποχρεωτική για τον περιορισμό της εξέλιξης της νόσου της ηπατίτιδας C (σύσταση: B2).
4. Οι εργαζόμενοι στην υγειονομική περίθαλψη θα πρέπει να συζητούν με τους ασθενείς για τις πιθανές επιπτώσεις της χρήσης ναρκωτικών στο ήπαρ (σύσταση: Γ2).
Μη επεμβατική αξιολόγηση της ηπατικής ίνωσης
Η βιοψία ήπατος έχει από καιρό θεωρηθεί ως η ιδανική εξέταση για την αξιολόγηση της ηπατικής ίνωσης. Ωστόσο, οι μη επεμβατικές εξετάσεις ή/και η χρήση βιολογικών δεικτών της ηπατική νόσου μπορούν να χρησιμοποιηθούν για την παρακολούθηση της ηπατικής νόσου και έχουν αποδειχθεί ότι είναι εξαιρετικά αξιόπιστες στην περίπτωση της κίρρωσης.
Οι ακόλουθες συστάσεις πραγματοποιούνται σχετικά με την αξιολόγηση:
1. Οι μη επεμβατικές εξετάσεις έχουν χαμηλότερο κίνδυνο και μεγαλύτερη αποδοχή από τους ασθενείς σε σχέση με τη βιοψία ήπατος. Μπορούν να ενισχύσουν τα ποσοστά ανίχνευσης και θα πρέπει να παρέχονται όταν είναι διαθέσιμες (δυναμική σύστασης: B1).
2. Όπου είναι εφικτό, συνιστάται ο συνδυασμός πολλαπλών μη επεμβατικών εξετάσεων (δυναμική σύστασης: B1).
Προθεραπευτική αξιολόγηση
Οι ασθενείς με ηπατίτιδα C που κάνουν ενέσιμη χρήση ναρκωτικών συχνά έχουν πολύπλοκα κοινωνικά, ιατρικά και ψυχιατρικά προβλήματα που μπορούν να περιπλέξουν τις αποφάσεις σχετικά με τη φροντίδα τους. Η ελάχιστη ή ανακριβής γνώση σχετικά με την ηπατίτιδα C αποτελεί εμπόδιο για την πρόσβαση στην υγειονομική περίθαλψη.
Συστάσεις:
1. Η προ-θεραπευτική αγωγή θα πρέπει να περιλαμβάνει τη συζήτηση της μετάδοσης του ιού της ηπατίτιδας C, τους παράγοντες κινδύνου για την εξέλιξη της ίνωσης, τη θεραπεία, τον κίνδυνο της εκ νέου προσβολής από τον ιό και τη μείωση της βλάβης (δυναμική σύστασης: B1).
2. Η προ-θεραπευτική αξιολόγηση θα μπορούσε να περιλαμβάνει την αξιολόγηση των κοινωνικών θεμάτων, την υποστήριξη και τη λειτουργία, καθώς και τη χρήση ναρκωτικών και την κατανάλωση αλκοόλ. Οι ασθενείς θα πρέπει να συνδέονται με την κοινωνική στήριξη και την αμοιβαία υποστήριξη, όταν αυτές είναι διαθέσιμες (δυναμική σύστασης: A1).
Ενδείξεις για θεραπεία
Συστάσεις:
1. Οι ασθενείς που κάνουν χρήση ενέσιμων ναρκωτικών θα πρέπει να λαμβάνουν μια αξιολόγηση σχετικά με την ηπατίτιδα C. Οι αποφάσεις σχετικά με τη θεραπεία θα πρέπει να εξατομικεύονται και να βασίζονται σε μια αξιολόγηση των κοινωνικών παραγόντων, του τρόπου ζωής και των κλινικών παραγόντων (δυναμική σύστασης: B1).
2. Τα άτομα με απόλυτες αντενδείξεις για τη θεραπεία, όπως ορίζεται στα πρότυπα της περίθαλψης δεν θα πρέπει να λαμβάνουν θεραπεία για την ηπατίτιδα C (δυναμική σύστασης: B1).
Συνδυασμοί θεραπειών
Η συνήθως χρησιμοποιούμενης θεραπεία αποτελείται από πεγκυλιωμένη ιντερφερόνη με ριμπαβιρίνη. Τα αποτελέσματά της βελτιώθηκαν με την προσθήκη ενός αναστολέα πρωτεάσης της ηπατίτιδας C, ενώ άλλα αντιικά φάρμακα άμεσης δράσης με ευνοϊκό προφίλ αποτελεσματικότητας και ασφάλειας βρίσκονται υπό ανάπτυξη.
Οι ενεργοί χρήστες ναρκωτικών έχουν αποκλειστεί από τις μελέτες αντιικών φαρμάκων άμεσης δράσης, αλλά μερικές έχουν συμπεριλάβει τους ασθενείς που βρίσκονται σε θεραπεία υποκατάστασης οπιοειδών. Ωστόσο, τα αποτελέσματα δεν έχουν υποβληθεί για αυτή την υποομάδα. Μελέτες φαρμακευτικών αλληλεπιδράσεων έχουν δείξει ότι δεν υπάρχουν κλινικά σημαντικές αλληλεπιδράσεις μεταξύ της μεθαδόνης και των υφιστάμενων αδειοδοτημένων αναστολέων της πρωτεάσης της ηπατίτιδας C.
Συστάσεις:
1. Η αξιολόγηση της ασφάλειας και της αποτελεσματικότητας των θεραπευτικών σχημάτων της ηπατίτιδας C συμπεριλαμβανομένων των υφιστάμενων αδειοδοτημένων αναστολέων της πρωτεάσης είναι απαραίτητη για χρήστες ενέσιμων ναρκωτικών (δυναμική σύστασης: Γ1).
2. Οι διαθέσιμοι επί του παρόντος αναστολείς της πρωτεάσης της ηπατίτιδας C μπορούν να χρησιμοποιηθούν από τους ασθενείς που βρίσκονται σε θεραπεία υποκατάστασης οπιοειδών (δυναμική σύστασης: B1).
3. Δεν υπάρχουν αλληλεπιδράσεις μεταξύ αυτών των αναστολέων πρωτεάσης και της μεθαδόνης. Ωστόσο, οι ασθενείς θα πρέπει να παρακολουθούνται για σημάδια τοξικότητας ή στέρησης οπιοειδών (δυναμική σύστασης: B1).
4. Οι αποφάσεις σχετικά με τη χρήση των υφιστάμενων αντιικών φαρμάκων άμεσης δράσης πρέπει να λαμβάνονται σε ατομική βάση. Ωστόσο, οι ασθενείς με πρώιμο στάδιο ηπατικής νόσου θα πρέπει γενικά να περιμένουν για πιο αποτελεσματικές και ανεκτές θεραπείες (δυναμική σύστασης: B1).
Χρήση ναρκωτικών και προσήλωση στη θεραπεία
Στις μελέτες, μια περίπτωση ενέσιμης χρήσης ναρκωτικών δεν θέτει σε κίνδυνο την προσήλωση στη θεραπεία της ηπατίτιδας C ή τα αποτελέσματα της θεραπείας. Ωστόσο, μερικές έρευνες έχουν διαπιστώσει χαμηλότερα ποσοστά ολοκλήρωσης θεραπείας σε αυτή την ομάδα. Επίσης, έχει παρατηρηθεί ότι τα άτομα που κάνουν συχνή χρήση ναρκωτικών κατά τη διάρκεια της θεραπείας, επιδεικνύουν τη μικρότερη προσήλωση σε αυτή. Μια σειρά κοινωνικών παραγόντων έχουν συσχετιστεί με την προσήλωση και τα ποσοστά ολοκλήρωσης της θεραπείας.
Συστάσεις:
1. Η παρακολούθηση της προσήλωσης στη θεραπεία θα πρέπει να αξιολογεί τόσο την παράλειψη δόσεων όσο και τη διακοπή της θεραπείας (δυναμική σύστασης: B1).
2. Πριν από την έναρξη της θεραπείας, οι ασθενείς θα πρέπει να ενημερώνονται για τη σημασία της προσήλωσης στη θεραπεία και της συσχέτισής της με τα αποτελέσματα της θεραπείας (δυναμική σύστασης: A1).
3. Η θεραπεία της ηπατίτιδας C μπορεί να ληφθεί σοβαρά υπόψη για όσους κάνουν ενέσιμη χρήση ναρκωτικών, εφόσον επιθυμούν να λάβουν θεραπεία και είναι πρόθυμοι να τηρήσουν τακτική κλινική παρακολούθηση (δυναμική σύστασης: A1).
4. Η περίπτωση της ενέσιμης χρήσης ναρκωτικών και της πρόσφατη χρήσης ενέσιμων συνέργων δεν σχετίζεται με τα δυσμενή αποτελέσματα της θεραπείας. Οι αποφάσεις σχετικά με τη χρονική στιγμή της πραγματοποίησης της θεραπείας θα λαμβάνονται κατά περίπτωση (δυναμική σύστασης: B1).
5. Οι ασθενείς που κάνουν συχνή χρήση ναρκωτικών ή που έχουν ψυχιατρικές και κοινωνικές ανάγκες κινδυνεύουν να έχουν μικρότερη προσήλωση και δυσμενέστερα αποτελέσματα και συνεπώς θα πρέπει να παρακολουθούνται στενά (δυναμική σύστασης: B1).
Αποτελέσματα στην ψυχική υγεία, την προσήλωση και τη θεραπεία
Υπάρχει υψηλός επιπολασμός ψυχιατρικής συννοσηρότητας μεταξύ των ατόμων που κάνουν χρήση ενέσιμων ναρκωτικών. Ωστόσο, αυτό δεν έχει συσχετιστεί με μικρότερη προσήλωση ή ποσοστά ολοκλήρωσης της θεραπείας, δυσμενέστερα αποτελέσματα ή κίνδυνο κατάθλιψης με πεγκυλιωμένη ιντερφερόνη / ριμπαβιρίνη.
Οι κύριες και ελεγχόμενες ψυχιατρικές παθήσεις αποτελούν αντένδειξη για τη θεραπεία με ηπατίτιδα C. Η προφυλακτική χορήγηση αντικαταθλιπτικών ενδέχεται να μειώσει τον κίνδυνο της κατάθλιψης σε άτομα που έλαβαν θεραπεία με πεγκυλιωμένη ιντερφερόνη /ριμπαβιρίνη. Η θεραπεία με αντικαταθλιπτικά μπορεί να είναι αποτελεσματική εφόσον η κατάθλιψη εμφανίζεται κατά τη διάρκεια της θεραπείας.
Συστάσεις:
1. Η προ-θεραπευτική αξιολόγηση πρέπει να περιλαμβάνει την αξιολόγηση της ψυχικής υγείας και τη συσχέτισή με την ψυχική υγεία και τις υπηρεσίες υποστήριξης χρηστών ναρκωτικών ουσιών. Επίσης, θα πρέπει να πραγματοποιείται μια συζήτηση για τις πιθανές επιλογές θεραπείας (δυναμική σύστασης: A1).
2. Αν υφίσταται ψυχιατρική συννοσηρότητα, οι αποφάσεις σχετικά με τη θεραπεία με πεγκυλιωμένη ιντερφερόνη / ριμπαβιρίνη πρέπει να λαμβάνονται κατά περίπτωση (δυναμική σύστασης: A1).
3. Η προ-θεραπευτική ψυχιατρική αξιολόγηση συνιστάται για τα άτομα με μείζονα ή ανεξέλεγκτα προβλήματα ψυχικής υγείας (δυναμική σύστασης: Γ2).
4. Η προφυλακτική χορήγηση αντιβιοτικών συνιστάται για τα άτομα με καταθλιπτικά συμπτώματα σε αρχικό στάδιο ή με ιστορικό κατάθλιψης που προκαλείται από την ιντερφερόνη (δυναμική σύστασης: B1).
Διαχείριση θεραπείας
Η θεραπεία της ηπατίτιδας C έχει χορηγηθεί με επιτυχία, υπό διάφορες μορφές, σε ασθενείς που κάνουν ενέσιμη χρήση ναρκωτικών. Βασικό στοιχείο της επιτυχίας είναι η παρουσία μιας διεπιστημονικής ομάδας που περιλαμβάνει γιατρούς, ειδικευμένους νοσηλευτές, υπηρεσίες υποστήριξης χρηστών ναρκωτικών και αλκοολικών, ψυχιατρική υποστήριξη, κοινωνικές εργασίες και άλλες κοινωνικές υπηρεσίες υποστήριξης.
Συστάσεις :
1. Η θεραπεία της ηπατίτιδας C θα πρέπει να εξετάζεται για ασθενείς σε εξατομικευμένη βάση και να παρέχεται στο πλαίσιο μιας διεπιστημονικής ομάδας (δυναμική σύστασης: B1).
2. Η πρόσβαση σε προγράμματα μείωσης της βλάβης, η κοινωνική εργασία και η κοινωνική στήριξη θα πρέπει να αποτελούν στοιχείο της κλινικής διαχείρισης της ηπατίτιδας C (δυναμική σύστασης: B2).
3. Η υποστήριξη μεταξύ ομοτίμων θα πρέπει να αξιολογηθεί ως μέσο βελτίωσης της κλινικής διαχείρισης της ηπατίτιδας C (δυναμική σύστασης: B2).
Εκ νέου προσβολή από τον ιό μετά την επιτυχή θεραπεία της ηπατίτιδας C
Υπάρχουν ανησυχίες ότι οι ασθενείς θα προσβληθούν εκ νέου από τον ιό μέσω της χρήσης ναρκωτικών μετά από επιτυχή θεραπεία. Ωστόσο, τα ποσοστά εκ νέου προσβολής από τον ιό είναι χαμηλά, τυπικά μεταξύ 1 και 5% ανά έτος.
Συστάσεις:
1. Οι χρήστες ενέσιμων ναρκωτικών δεν πρέπει να εξαιρούνται από τη θεραπεία λόγω ενδεχόμενων ανησυχιών σχετικά με τον κίνδυνο της εκ νέου προσβολής από τον ιό (δυναμική σύσταση: B1).
2. Η ενημέρωση και η παροχή συμβουλών σχετικά με τη μείωση της βλάβης θα πρέπει να παρέχονται στο πλαίσιο της θεραπείας της ηπατίτιδας C (δυναμική σύστασης: B1).
3. Οι ασθενείς θα πρέπει να παρακολουθούνται για την εκ νέου προσβολή από τον ιό και την επικίνδυνη συμπεριφορά μετά την επιτυχή θεραπεία (δυναμική σύστασης: B2).
Θεραπεία για την οξεία ηπατίτιδα C
Περίπου το ένα τέταρτο των ασθενών αποβάλλουν τον ιό της ηπατίτιδας C κατά τη διάρκεια της οξείας φάσης. Η θεραπεία κατά τη διάρκεια της οξείας φάσης μπορεί να επιτύχει καλά αποτελέσματα.
1. Οι ασθενείς πρέπει να παρακολουθούνται χρησιμοποιώντας εξετάσεις RNA για την ηπατίτιδα C για 12 έως 16 εβδομάδες προκειμένου να υπάρξει δυνατότητα για αυθόρμητη θεραπεία ( δυναμική σύστασης: Α1).
2. Η μονοθεραπεία με πεγκυλιωμένη ιντερφερόνη διάρκειας 24 εβδομάδων θα πρέπει να εξετάζεται σε περιπτώσεις οξείας λοίμωξης (δυναμική σύστασης: B1).
3. Οι στρατηγικές για τη βελτιστοποίηση της προσήλωσης θα πρέπει να χρησιμοποιούνται σε περιπτώσεις οξείας λοίμωξης. Επιπλέον, θα πρέπει να εξεταστεί η άμεσα επιτηρούμενη θεραπεία με πεγκυλιωμένη ιντερφερόνη (δυναμική σύστασης: B2).
Συλλοίμωξη με τον ιό HIV/τον ιό της ηπατίτιδας C
Υπάρχει υψηλός επιπολασμός της συλλοίμωξης με τον ιό HIV/ τον ιό της ηπατίτιδας C στους χρήστες ενέσιμων ναρκωτικών. Η ηπατική νόσος που προκαλείται από τον ιό της ηπατίτιδας C είναι η κύρια αιτία θανάτου σε αυτή την ομάδα. Η ανταπόκριση στη θεραπεία της ηπατίτιδας C μπορεί να είναι μικρότερη σε άτομα με συλλοίμωξη.
Συστάσεις:
1. Όλοι οι ασθενείς με ηπατίτιδα C που κάνουν ενέσιμη χρήση ναρκωτικών θα πρέπει να εξετάζονται για τον ιό HIV (δυναμική σύσταση: B1).
2. Η ταχεία εξέλιξη της νόσου της ηπατίτιδας C στο πλαίσιο της συλλοίμωξης πρέπει να λαμβάνεται υπόψη κατά τη λήψη αποφάσεων σχετικά με τη θεραπεία της ηπατίτιδας C (δυναμική σύσταση: B2).
3. Οι πιθανές αλληλεπιδράσεις φαρμάκων μεταξύ της θεραπείας του ιού HIV, των θεραπειών της ηπατίτιδας C και της θεραπείας υποκατάστασης οπιοειδών πρέπει να εξετάζονται (δυναμική σύστασης: A1).
4. Θα πρέπει, επίσης, να εξετάζεται η πρόωρη θεραπεία του ιού HIV (δυναμική σύστασης: B1).
Αντιμετώπιση της συλλοίμωξης με τον ιό της ηπατίτιδας B
Ο εμβολιασμός κατά της ηπατίτιδας Β (HBV) είναι αποτελεσματικός σε χρήστες ενέσιμων ναρκωτικών και η θεραπεία της ηπατίτιδας C είναι επιτυχής στα πλαίσια της συλλοίμωξης με τον ιό της ηπατίτιδας Β. Η συλλοίμωξη με τον ιό της ηπατίτιδας Δ είναι συχνή σε άτομα με ηπατίτιδα B. Η μόνη αποτελεσματική θεραπεία είναι η πεγκυλιωμένη ιντερφερόνη.
Συστάσεις:
1. Οι ασθενείς πρέπει να εμβολιάζονται κατά της ηπατίτιδας Α και Β.
2. Οι ασθενείς με ενεργό συλλοίμωξη με τον ιό της ηπατίτιδας Β/C, θα πρέπει να εξετάζουν το ενδεχόμενο της θεραπείας με πεγκυλιωμένη ιντερφερόνη / ριμπαβιρίνη.
Μεταμόσχευση ήπατος
Τα κριτήρια επιλογής για μεταμόσχευση συχνά περιλαμβάνουν την αποχή για 6 έως 24 μήνες από τη χρήση ναρκωτικών, ελεγχόμενη ψυχιατρική νόσο και την παρουσία σταθερών δικτύων υποστήριξης. Η θεραπεία υποκατάστασης οπιοειδών δεν αποτελεί αντένδειξη. Δεν υπάρχουν στοιχεία σχετικά με τα αποτελέσματα μεταμόσχευσης ήπατος στους χρήστες ενέσιμων ναρκωτικών.
Συστάσεις:
1. Θα πρέπει να αυξηθεί η ευαισθητοποίηση σχετικά με το ότι η μεταμόσχευση ήπατος είναι μια επιλογή για εκείνους με ιστορικό ενέσιμης χρήσης ναρκωτικών (δυναμική σύστασης: Β2).
2. Η θεραπεία υποκατάστασης οπιοειδών δεν αποτελεί αντένδειξη και ως εκ τούτου δεν θα πρέπει να συνιστάται στους ασθενείς να μειώσουν ή να σταματήσουν τη θεραπεία (δυναμική σύστασης: A1).
3. Η ψυχιατρική αξιολόγηση και παρακολούθηση θα πρέπει να προσφέρονται στους ασθενείς που υποβάλλονται σε μεταμόσχευση ήπατος (δυναμική σύστασης: B1)
Συμπέρασμα
Οι συντάκτες τονίζουν ότι οι «στρατηγικές για την ενίσχυση της αξιολόγησης και της θεραπείας» για τους ασθενείς που κάνουν χρήση ενέσιμων ναρκωτικών είναι επειγόντως απαραίτητες. Ζητούν περαιτέρω έρευνες σχετικά την προσήλωση στη θεραπεία και τα αποτελέσματα της, ιδιαίτερα με τη χρήση των νέων αντιικών φαρμάκων άμεσης δράσης.
Παραπομπή
Robaeys G. «Συστάσεις για την αντιμετώπιση της λοίμωξης από τον ιό της ηπατίτιδας στους χρήστες ενέσιμων ναρκωτικών». Clin Infect Dis 57 (παραρτ. 2): S129-S137, 2013.