Νέες ελπίδες για την αποτελεσματική αντιμετώπιση του ιού της ηπατίτιδας C δίνουν δύο νέα φάρμακα, το sofosbuvir και το ledispavir, που δοκιμάστηκαν σε ασθενείς και κατάφεραν να σταματήσουν την αναπαραγωγή του ιού σε ποσοστό 97%.
Οι ερευνητές, με επικεφαλής τον καθηγητή Έρικ Λάγουιτζ του πανεπιστημίου του Τέξας, που έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο ιατρικό περιοδικό “Lancet”, σύμφωνα με τους «Τάιμς της Νέας Υόρκης» και τη βρετανική «Γκάρντιαν», ανακοίνωσαν ότι ο ιός εξαφανίστηκε σχεδόν σε όλους τους ασθενείς, ακόμα και σε όσους δεν είχαν δείξει καμία θετική αντίδραση στα προϋπάρχοντα φάρμακα.
Αν τα αποτελέσματα αυτά επιβεβαιωθούν και σε άλλες μεγαλύτερες κλινικές δοκιμές, τότε η ιατρική μπορεί να βρίσκεται ενώπιον μιας πολύ μεγάλης επιτυχίας στο πεδίο της δημόσιας υγείας: την πλήρη θεραπεία της ηπατίτιδας C, μιας αθόρυβης μάστιγας που κάθε χρόνο σκοτώνει περισσότερους ανθρώπους παγκοσμίως και από το AIDS, ενώ είναι η κύρια αιτία για τις μεταμοσχεύσεις ήπατος. Σε περίπτωση επιτυχίας, μάλιστα, θα πρόκειται για μια ασυνήθιστη νίκη πάνω σε μια επιδημία από ιό, χωρίς καν την χρήση εμβολίου.
Σε περίπου 150 εκατομμύρια υπολογίζονται οι άνθρωποι που έχουν μολυνθεί από τον ιό της ηπατίτιδας C διεθνώς (τρεις έως πέντε φορές πιο πολλοί σε σχέση με τους φορείς του AIDS), αλλά οι περισσότεροι δεν το γνωρίζουν καν, καθώς μπορεί να περάσουν δεκαετίες, έως ότου ο ιός κάνει ζημιά στο ήπαρ του ασθενούς και έτσι προκληθούν συμπτώματα.
Η διαφορά με το AIDS είναι ότι στο τελευταίο, ο ιός HIV λανθάνει σε διάφορα σημεία του σώματος κι έτσι οι ασθενείς πρέπει να παίρνουν φάρμακα εφ’ όρου ζωής, ενώ στην περίπτωση της ηπατίτιδας C, ο ιός είναι δυνατό να ξεριζωθεί μόνιμα και να μην ξαναμολύνει τον ασθενή.
Η ηπατίτιδα C προκαλείται από έναν ιό, ο οποίος εξαπλώνεται μέσω των σωματικών υγρών (αίματος, σάλιου, σπέρματος, κολπικών υγρών) και καταλήγει να καταστρέφει το ήπαρ.
Η πιο πιθανή μορφή μετάδοσης είναι μέσω του αίματος (κυρίως όταν οι τοξικομανείς μοιράζονται την ίδια βελόνα για να κάνουν ενδοφλέβια χρήση του ναρκωτικού), αλλά και μέσω του σεξ.
Αντίθετα με τις άλλες μορφές ηπατίτιδας, για τη C δεν υπάρχει ακόμα εμβόλιο και η θεραπευτική αντιμετώπισή της γίνεται μόνο μέσω ενός συνδυασμού ισχυρών φαρμάκων (ιντερφερόνες και αναστολείς ενζύμων), που έχουν όμως πολλές παρενέργειες.
Επίσης, η θεραπεία διαρκεί πολύ (έξι έως 12 μήνες) και δεν είναι πάντα αποτελεσματική (περίπου το 30% των ασθενών δεν ανταποκρίνεται). Αν μια μόλυνση με τον ιό δεν καταστεί δυνατό να θεραπευτεί, μπορεί να οδηγήσει σε καρκίνο του ήπατος.
Στη νέα θεραπεία, οι επιστήμονες χορήγησαν επί οκτώ έως 12 εβδομάδες, σε μορφή χαπιού, τα δύο πειραματικά φάρμακα σε 100 ασθενείς, από τους οποίους στους 40 τα προηγούμενα φάρμακα δεν είχαν κανένα αποτέλεσμα, ενώ οι μισοί είχαν εμφανίσει κίρρωση του ήπατος.
Τα υπό δοκιμή φάρμακα κατόρθωσαν να σταματήσουν την αναπαραγωγή του ιού στο 97% των ασθενών, ενώ προκάλεσαν παρενέργειες ποικίλης έντασης (ναυτία, αναιμία, μολύνσεις της αναπνευστικής οδού, πονοκέφαλοι), χωρίς όμως καμία να θεωρείται σοβαρή.
Το sofosbuvir έχει αναπτυχθεί από την εταιρία Gilead Sciences και αναμένεται να λάβει έγκριση από την αρμόδια εποπτική Αρχή των ΗΠΑ για τα νέα φάρμακα (FDA), έως το τέλος του 2013.
Η συνδυασμένη θεραπεία με sofosbuvir και ledipasvir (επίσης προϊόν της Gilead) αναμένεται να πάρει ανάλογη έγκριση, έως το τέλος του 2014.
Ορισμένοι επιστήμονες, παρά την αισιοδοξία τους, εμφανίστηκαν πιο επιφυλακτικοί, επισημαίνοντας ότι η δοκιμή των φαρμάκων έγινε σε μικρό δείγμα ασθενών.
Από την άλλη, και άλλα φάρμακα, επίσης σε μορφή χαπιού, από διάφορες φαρμακευτικές εταιρίες (AbbVie, Merck, Bristol-Myers Squibb, Johnson & Johnson κ.α.) αναμένονται να βγουν στην αγορά μέσα στα επόμενα δύο έως τρία χρόνια, υποσχόμενα θεραπεία για τη μεγάλη πλειονότητα των ασθενών με ηπατίτιδα C.
Το πρόβλημα είναι ότι τα νέα φάρμακα αναμένεται να είναι μάλλον ακριβά, με συνέπεια να μην είναι, οικονομικά προσβάσιμα στο σύνολο των ασθενών.
Ένα άλλο ζήτημα είναι ότι οι περισσότεροι άνθρωποι που μολύνονται με τον ιό της ηπατίτιδας C ποτέ δεν αρρωσταίνουν και δεν εμφανίζουν σοβαρά προβλήματα στο ήπαρ τους. Είναι εξαρχής αδύνατο να προβλεφθεί ποιος από τους φορείς του ιού τελικά θα ασθενήσει βαριά.
Έτσι, σύμφωνα με ορισμένους επιστήμονες, ίσως στο μέλλον πολλοί άνθρωποι- φορείς, ιδίως οι πιο εύποροι, που μέχρι σήμερα δεν παίρνουν φάρμακα προτού αρρωστήσουν, αρχίζουν πλέον από νωρίς τη θεραπεία για προληπτικούς λόγους.
πηγή:imerisia.gr