Φτάνοντας στη γραμμή τερματισμού: Τα οφέλη της θεραπείας της ηπατίτιδας C
του Benjamin Ryan
Ιδιαίτερη προσοχή εστιάζεται στην προσπάθεια για την επίτευξη μιας παρατεταμένης ιολογικής ανταπόκρισης ή θεραπείας για την ηπατίτιδα C. Αλλά τι συμβαίνει στην πραγματικότητα αφού ο ιός τελικά φύγει;
Στην πάροδο δεκαετιών ο ιός της ηπατίτιδας C αναπτύσσεται και βλάπτει σταδιακά το ήπαρ. Όσοι ζουν με τον ιό κινδυνεύουν από ίνωση, ή ουλές του ήπατος μέχρι κίρρωση, καρκίνο του ήπατος, ηπατική ανεπάρκεια, ακόμα και θάνατο. Επιπλέον, πολλά συμπτώματα όπως κόπωση, κατάθλιψη, πόνος στις αρθρώσεις και σεξουαλική δυσλειτουργία μπορούν να δημιουργήσουν σοβαρές δυσκολίες στην ποιότητα της ζωής.
Σήμερα, η ηπατίτιδα C είναι ιάσιμη μέσω συνδυασμένης θεραπείας που διαρκεί περίπου 24 έως 48 εβδομάδες, με ποσοστό επιτυχίας κατά προσέγγιση της τάξεως του 50 έως 75 τοις εκατό. Χάρη στις μελλοντικές επαναστατικές μεθόδους θεραπειών, μέσα στα επόμενα λίγα χρόνια, πολλοί άνθρωποι θα είναι σε θέση να απαλλαγούν από τον ιό σε μόλις 8 έως 12 εβδομάδες, με ποσοστό επιτυχίας 90 τοις εκατό συν το συνολικό ποσοστό επιτυχίας. Ακόμα καλύτερα, τα νέα πρότυπα θεραπείας θα εξαλείψουν ολοένα και περισσότερο την ενέσιμη ιντερφερόνη και τις περιβόητες παρενέργειες που μοιάζουν με τα συμπτώματα της γρίπης. (Όλα αυτά εξαρτώνται, φυσικά, από την έγκριση των νέων θεραπειών από τον Οργανισμό Τροφίμων και Φαρμάκων των ΗΠΑ.)
Κάποιος θεωρείται ότι έχει θεραπευτεί από την ηπατίτιδα C, εάν το RNA του ιού δεν μπορεί να ανιχνευθεί 24 εβδομάδες μετά την ολοκλήρωση της θεραπείας. Αυτό ονομάζεται παρατεταμένη ιολογική ανταπόκριση (SVR). Τα οφέλη της θεραπείας περιλαμβάνουν σημαντικά βελτιωμένες προοπτικές όσον αφορά τη λειτουργία του ήπατος, το προσδόκιμο ζωής και την ποιότητα ζωής. Η παρατεταμένη ιολογική ανταπόκριση συνδέεται επίσης με λιγότερες επιπλοκές από κίρρωση, μειωμένη πιθανότητα νοσηλείας και μειωμένο κίνδυνο θανάτου από ηπατική νόσο.
«Σε γενικές γραμμές, όταν παρατηρείται παρατεταμένη ιολογική ανταπόκριση, η εξέλιξη της ηπατική νόσου σταματά εντελώς», λέει ο Sanjeev Arora, καθηγητής παθολογίας στο Πανεπιστήμιο του Νοσοκομειακού Κέντρου Πεπτικών Νοσημάτων του Νέου Μεξικού.
Ωστόσο, αυτό δεν σημαίνει ότι οι κίνδυνοι από μελλοντικές επιπλοκές εξαλείφονται πλήρως, απλώς μειώνονται σε μεγάλο βαθμό.
«Η παρατεταμένη ιολογική ανταπόκριση μειώνει τον κίνδυνο ηπατοκυτταρικού καρκινώματος», αναφέρει ο Zobair Younossi, MD, MPH, πρόεδρος του Τμήματος Ιατρικής στην Πανεπιστημιούπολη της Ιατρικής «Inova Fairfax » στη Βιρτζίνια, αναφερόμενος στην πιο κοινή μορφή καρκίνου του ήπατος, «αλλά ο ασθενής δεν τον αποφεύγει εντελώς.»
Μετά τα πρώτα 10 χρόνια θεραπείας, όσοι έχουν προχωρημένη ίνωση ή κίρρωση, για παράδειγμα, έχουν κατά 60 τοις εκατό μειωμένο μέσο όρο κινδύνου θανάτου, παρόμοια μείωση κινδύνου του καρκίνου του ήπατος και κατά 85 τοις εκατό μείωση της πιθανότητας ηπατικής ανεπάρκειας.
«Οι περιπτώσεις που είναι πιο δραματικές αφορούν τους ασθενείς που χρειάζονται τη θεραπεία περισσότερο από τους υπόλοιπους», λέει ο Hugo R. Rosen, MD, επικεφαλής του τμήματος Γαστρεντερολογίας και Ηπατολογίας στο Πανεπιστήμιο της Ιατρικής Σχολής του Κολοράντο. «Για τον ασθενή που έχει προχωρημένη ίνωση ή κίρρωση ακόμη και για τον ασθενή που έχει εμφανίσει αντιρρόπηση της ηπατικής λειτουργίας, μπορούμε ουσιαστικά να γυρίσουμε πίσω το χρόνο και να αλλάξουμε τη φυσική εξέλιξη της νόσου».
Η δυνατότητα αναστροφής της κίρρωσης είναι, ειδικότερα, πολύ πιο πιθανή, όταν κάποιος βρίσκεται στην αρχή της μέσης ηλικίας κατά την επίτευξη της θεραπείας, όπως αναφέρει ο Rosen.
Ενώ ο κίνδυνος της ανάγκης για μεταμόσχευση ήπατος μειώνεται μετά από μια παρατεταμένη ιολογική ανταπόκριση, για τους ασθενείς που χρειάζονται μεταμόσχευση, ένα σημαντικό πλεονέκτημα είναι ότι το νέο ήπαρ τους θα έχει μια πολύ μεγαλύτερη πιθανότητα να παραμένει υγιές δεδομένου ότι δεν θα υπάρχει ο ιός της ηπατίτιδας C στον οργανισμό για να βλάψει το μεταμοσχευμένο όργανο.
Εκτός των ιατρικών οφελών, η θεραπεία μπορεί επίσης να προσφέρει ένα ευρύ φάσμα ποιοτικών βελτιώσεων της ζωής.
«Η μία πτυχή είναι αυτονόητη: «Είχα μια ασθένεια και τώρα θεραπεύτηκα. Πλέον, αισθάνομαι πολύ καλύτερα» λέει ο Andrew Aronsohn, MD, βοηθός καθηγητή Ιατρικής στο Ιατρικό Κέντρο του Πανεπιστημίου του Σικάγο. «Αλλά υπάρχει επίσης πιθανώς μια φυσιολογική πτυχή που είναι λιγότερο κατανοητή: ότι ο ιός της ηπατίτιδας C επηρεάζει πιθανώς τη γνωστική λειτουργία των ασθενών».
Οι εν λόγω βελτιώσεις στον τομέα των διανοητικών διεργασιών μπορεί να έχουν ως αποτέλεσμα, για παράδειγμα, καλύτερες επιδόσεις στην εργασία.
Λόγω της τρέχουσας ανάγκης για τη διατήρηση της θεραπείας με ιντερφερόνη, για σχεδόν ένα χρόνο, σε πολλές περιπτώσεις, ενώ υπάρχει μεγάλη πιθανότητα να μην επέλθει θεραπεία, δημιουργείται μια έντονη αντίφαση που οδηγεί στην απαλλαγή από την ίδια τη θεραπεία με αποτέλεσμα αυτό να επηρεάζει σημαντικά την αίσθηση βελτίωσης.
«Όταν ενημερώνετε τους ασθενείς ότι είχαν παρατεταμένη ιολογική ανταπόκριση, αυτό το γεγονός δημιουργεί ένα αίσθημα ανακούφισης, ένα αίσθημα ευθυμίας ότι τελικά ξεπέρασαν την ασθένεια» δηλώνει ο Aronsohn. «Η ασθένεια είναι τόσο επίπονη σωματικά που όταν η συντριπτική πλειονότητα των ασθενών την ξεπεράσουν, αισθάνονται ότι πήραν πίσω τις ζωές τους και ότι η ευτυχία συνοδεύει αυτή την επιτυχία».
Τα στοιχεία δείχνουν ότι η ηπατίτιδα C μειώνει τη σεξουαλική λειτουργία, όσον αφορά την επιθυμία, τις επιδόσεις και την ικανοποίηση, ιδίως στις γυναίκες και τα ηλικιωμένα άτομα. Μια σημαντική μελέτη που εξετάζει την ποιότητα των αλλαγών στη ζωή σε άτομα που θεραπεύτηκαν από ηπατίτιδα C, η οποία δημοσιεύθηκε στην Εφημερίδα Ηπατολογίας το 2007, διαπίστωσε ότι η παρατεταμένη ιολογική ανταπόκριση επέφερε βελτιώσεις σε αυτούς τους σεξουαλικούς τομείς. Ένα στοιχείο αυτής της αλλαγής προέρχεται από τη μείωση του στιγματισμού, καθώς και την άμβλυνση των ανησυχιών για το ενδεχόμενο μετάδοσης του ιού σεξουαλικά. (Η ηπατίτιδα C σπάνια μεταδίδεται μέσω της ετεροφυλοφιλικής σεξουαλικής σχέσης, αλλά υπάρχουν ενδείξεις ότι οι ομοφυλόφιλοι άνδρες, ιδιαίτερα εκείνοι που ζουν με τον ιό HIV, βρίσκονται σε αυξημένο κίνδυνο.)
Η ίδια μελέτη διαπιστώνει ότι εκείνοι που πέτυχαν παρατεταμένη ιολογική ανταπόκριση είχαν σημαντική βελτίωση στη γενική υγεία τους, στην αίσθηση της ζωτικότητας, στην ικανότητα εκτέλεσης καθηκόντων που απαιτούν σωματική δύναμη και αντοχή, και την ικανότητα εκπλήρωσης ρόλων που απαιτούν συναισθηματική προσπάθεια και στήριξη, όπως κατά τη συναναστροφή με το οικογενειακό περιβάλλον, με φίλους ή με άλλους γνωστούς.
Ένα πρόσθετο συναισθηματικό όφελος μπορεί να προέρχεται από την αίσθηση της δεύτερης ευκαιρίας.
Βασιζόμενος στις δικές του παρατηρήσεις, ο Arora εξηγεί ότι «πολλοί ασθενείς αντιμετωπίζουν την ηπατίτιδα C ως ένα αποτέλεσμα τρόπου ζωής για το οποίο δεν είναι ιδιαίτερα περήφανοι, και θέλουν να το αφήσουν πίσω τους».
Ωστόσο, η επιστροφή στην κανονική ζωή δεν συνεπάγεται τη διακοπή των σχέσεων με το σύστημα υγειονομικής περίθαλψης. Όσοι ασθενείς πέτυχαν παρατεταμένη ιολογική ανταπόκριση και οι οποίοι βρίσκονταν σε πρώιμο στάδιο της ηπατικής νόσου, ενδέχεται να μπορούν να σταματήσουν να επισκέπτονται τον ειδικό γιατρό και απλώς να απευθύνονται στο γιατρό πρωτοβάθμιας περίθαλψης για την παρακολούθηση της υγείας τους. Αλλά εκείνοι που έχουν παρουσιάσει κίρρωση πρέπει να εγγραφούν σε ένα πρόγραμμα επιτήρησης της κίρρωσης, πράγμα που σημαίνει δια βίου παρακολούθηση από έναν ειδικό, δηλαδή τουλάχιστον μια επίσκεψη το χρόνο.
Επίσης, επειδή είναι δύσκολο να προσδιοριστεί ο βαθμός της ηπατικής βλάβης μετά από μια παρατεταμένη ιολογική ανταπόκριση, οι γιατροί συμβουλεύουν ότι τα άτομα που έχουν θεραπευτεί από ηπατίτιδα C θα πρέπει να εξακολουθούν να απέχουν από το αλκοόλ.